μεσόφαση

μεσόφαση
Φάση του κυτταρικού κύκλου, η οποία αποτελεί ένα στάδιο ηρεμίας μεταξύ δύο διαδοχικών κυτταρικών διαιρέσεων. Η μ. καταλαμβάνει έως και το 90% του χρόνου του κυτταρικού κύκλου. Παρά την ονομασία της, δεν πρόκειται για ένα παθητικό στάδιο, αντίθετα, κατά τη διάρκειά της παρατηρείται έντονη βιοχημική δραστηριότητα. Η μ. περιλαμβάνει τρεις επιμέρους φάσεις: την G1 η οποία προηγείται της σύνθεσης του DNA και κατά την οποία το κύτταρο προετοιμάζεται για την κυτταρική διαίρεση, αυξάνοντας τη μάζα του, την S, κατά την οποία συντίθεται το DNA, και την G2, η οποία προηγείται της πρόφασης· στην τελευταία το κύτταρο συνθέτει πρωτεΐνες και εξακολουθεί να αυξάνεται σε μέγεθος. Σε αντίθεση με το DNA, η σύνθεση των οργανιδίων πραγματοποιείται σε όλη τη διάρκεια της μ. Στο τέλος της μ. τα χρωμοσώματα του κυττάρου έχουν διπλασιαστεί και συναντώνται με τη μορφή χρωματίνης. Βλ. λ. κυτταρικός κύκλος.
* * *
η
βιολ. η φάση τού μιτωτικού κύκλου η οποία παρεμβάλλεται μεταξύ δύο διαδοχικών διαιρέσεων τού κυττάρου και χαρακτηρίζεται από «ηρεμία» τού πυρήνα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κυτταρικός κύκλος — Η διαδοχή των γεγονότων που οδηγεί στην αναπαραγωγή ενός κυττάρου. Σε έναν τυπικό κ.κ. το μητρικό κύτταρο διπλασιάζει τον όγκο του και τον αριθμό των χρωμοσωμάτων του, στη συνέχεια διαμοιράζει το περιεχόμενό του στις δύο πλευρές του κυττάρου και… …   Dictionary of Greek

  • μεσ(ο)- — (ΑM μεσ[ο]) Α και μεσσο και μεσαι ) α συνθετικό πολλών λ. όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο επίθ. μέσ(σ)ος*. Οι ελάχιστοι τ. με α συνθετικό μεσαι (πρβλ. μεσαι πόλιος, μεσαι πόλος, μεσαί γεως) οφείλονται σε τεχνητή ανάπτυξη μακράς… …   Dictionary of Greek

  • χρωματίνη — η, Ν (βιοχ.) 1. ουσία από την οποία αποτελούνται τα χρωματοσώματα 2. (ειδικότερα) το διάσπαρτο νουκλεοπρωτεϊνικό υλικό που υπάρχει στον πυρήνα κατά τη μεσόφαση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. Chromatine < γερμ. Chromatin < χρώμα, ατος… …   Dictionary of Greek

  • χρωμόνημα — το, Ν βιολ. τα νήματα χρωματίνης, όπως ανιχνεύονται κατά τη μεσόφαση, όταν τα χρωμοσώματα έχουν εκτυλιχθεί και διασπαρεί στον πυρήνα. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chromonema (< χρωμ[ο] * + νήμα)] …   Dictionary of Greek

  • ημιαυτόνομα οργανίδια — Οργανίδια του ευκαρυωτικού κυττάρου (μιτοχόνδρια και πλαστίδια) που περιέχουν γενετικό υλικό (DNA), καθώς και συστήματα αντιγραφής και έκφρασης της γενετικής πληροφορίας (κατάλληλα ένζυμα, ριβοσώματα κλπ.). Η διχοτόμησή τους απαιτεί και τη… …   Dictionary of Greek

  • κεντροσωμάτιο — Οργανίδιο που ελέγχει τον πολυμερισμό, τη θέση και τον προσανατολισμό της πλειοψηφίας των μικροσωληνίσκων, κατά τη διάρκεια του κυτταρικού κύκλου, γι’ αυτό χαρακτηρίζεται και ως κέντρο οργάνωσης μικροσωληνίσκων. Εντοπίζεται στο κυτταρόπλασμα των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”